Μια σταλα ιδρωτα κυλησε πανω στο χαρτι.

Μια στάλα ιδρώτα κύλησε πάνω στο χαρτί. Το χέρι του έτρεμε, όλος έτρεμε.
Επιτέλους. Το βρήκε. Το είχε στα χέρια του. Αυτό το βιβλίο το έψαχνε χρόνια, και εδώ... ανάμεσα στο σωρό... Τους ξεγέλασε, οι υπάλληλοι της βιβλιοθήκης ούτε κάν ήξεραν για την αξία του βιβλίου. Και τώρα, πίσω από τα ράφια, στην στοίβα αυτή... Εδώ είναι, σελίδα 79.
Θα το πάρει.... Αλλά δεν γίνεται, θα τον καταλάβουν. Άλλωστε έχουν πια πονηρευτεί όταν τον είδαν την τελευταία φορά με φουσκωμένη την τσάντα. Ξέρει, δεν μίλησαν, αλλά το κατάλαβε. Δεν πρόκειται να τον αφήσουν.
Το χέρι του έτρεμε. Είχε κρύψει στην τσέπη ένα κοπίδι. Κοίταξε καλά άλλη μια φορά προς τους υπαλλήλους και με μια ξαφνική κίνηση...
Στο γραφείο του άπλωσε την κομένη σελίδα του βιβλίου, χωρίς να την διαβάζει, θαυμάζοντάς την στο χαμηλό βραδυνό φως. Η σταγόνα από τον ιδρώτα του σαν μια μεγάλη τελεία έκανε πιο φανερά τα σημάδια από το παλιό υδατόσημο.
Όταν η κόρη του δώρισε τα αμέτρητα βιβλία του στη βιβλιοθήκη, μετά τον θάνατό του, οι υπάλληλοι ανάμεσα στα άλλα βρήκαν μια κομένη σελίδα ενός παλιού βιβλίου: άγνωστο βιβλίο, σελίδα 78 κενή, σελίδα 79 περιγραφή της μάχης. Λίγο πριν το τέλος της περιγραφής, μια μικρή αλλοίωση στο χαρτί, μια μεγάλη τελεία. Μάλλον, είπαν, από μια σταγόνα δάκρυ

Context Menu is disabled by theme settings.